Την πρώτη φορά που βρέθηκε στην Πάτρα, η Βικτόρια Χίσλοπ σάστισε. Μία δεύτερη επίσκεψη όμως, την έκανε να δει τη διαφορετική πλευρά της πόλης και να καταλάβει- όπως λέει- ότι όπως σε πολλές ελληνικές πόλεις, υπάρχει η ομορφιά μαζί με την εγκατάλειψη.
«Η Πάτρα αντιπροσωπεύει τις αντιθέσεις της Ελλάδας», γράφει στον Guardian η Βρετανίδα συγγραφέας που έγινε γνωστή με το μυθιστόρημα «Το νησί».
Την πρώτη φορά που βρέθηκε στην Πάτρα αναρωτιόταν, όπως διηγείται, πώς μπορούσε να λείπει η γοητεία τόσο πολύ από την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας. «Πού ήταν τα παραθαλάσσια εστιατόρια, το φρούριο και το μουσείο που περίμενα;», γράφει και σημειώνει ότι οι εικόνες που πήρε μαζί της φεύγοντας ήταν από ένα κιτς ξενοδοχείο σε κάστρο που παρομοιάζει με «εφιαλτική, εγκαταλελειμμένη Disneyland»
«Επιστρέφοντας πέρυσι, ανακάλυψα μία διαφορετική πλευρά της πόλης», γράφει όμως. «Για να αγαπήσεις την Ελλάδα, πρέπει να αγκαλιάσεις παρά να απελπιστείς από αυτό το χάος, με τα αρχοντικά που καταρρέουν, με μαύρα πανιά στα παράθυρά τους που κουνιούνται με τον αέρα», συνεχίζει και σημειώνει ότι τη δεύτερη φορά προσέγγισε την Πάτρα από «μία από τις ομορφότερες γέφυρες που έχω δει», αναφερόμενη σε εκείνη του Ρίου-Αντιρρίου, που είναι «ακόμη πιο μαγική όταν είναι φωτισμένη».
«Τη νύχτα, η τεράστια κεντρική πλατεία Αγίου Γεωργίου έχει πραγματική μαγεία και τρέλα», γράφει ακόμη μεταξύ άλλων και εκθειάζει το σχεδιασμένο από τον Τσίλερ θέατρο «Απόλλων», όπως και τον ιερό ναό Αγίου Γεωργίου, ενώ στο τέλος, γράφει, βρήκε τα ρωμαϊκά μνημεία που περίμενε, το υπέροχο αρχαιολογικό μουσείο και αμέτρητα καφέ και μπαρ.
«Δεν είμαι σίγουρη ότι θα υπήρχε το τελευταίο βιβλίο μου ”Οι Καρτ Ποστάλ”, χωρίς την Πάτρα. Είναι μία πόλη που αντιπροσωπεύει τα άκρα της Ελλάδας και το χάος, τις αντιθέσεις ομορφιάς και ασχήμιας, το μεγαλείο και το κοινό, μία αστείρευτη πηγή έκπληξης και σαγήνης», καταλήγει.
Καλοκαίρι 1972. Η Αμμόχωστος αποτελεί το πιο ελκυστικό θέρετρο της Μεσογείου. Μια πόλη λουσμένη στη λάμψη και το φως. Ένα φιλόδοξο ζευγάρι εγκαινιάζει το πιο εντυπωσιακό ξενοδοχείο, όπου Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι συνεργάζονται αρμονικά.
Δυο οικογένειες που ζουν στην ίδια γειτονιά, οι Γεωργίου και οι Οζκάν, συγκαταλέγονται ανάμεσα σε πολλούς άλλους που μετακόμισαν στην Αμμόχωστο για να ξεφύγουν από τον επί χρόνια αναβρασμό και τη βία που επικρατούσε σε άλλα μέρη του νησιού. Όμως, κάτω από τη μάσκα της χλιδής και του πλούτου που δείχνει η πόλη, η ένταση γίνεται ολοένα και μεγαλύτερη.
Ένα πραξικόπημα βυθίζει την Κύπρο στο χάος. Η Τουρκία εισβάλλει στο νησί και η Αμμόχωστος βομβαρδίζεται. Σαράντα χιλιάδες άνθρωποι παίρνουν όπως-όπως τα πιο πολύτιμα απ’ τα υπάρχοντά τους και τρέπονται σε άτακτη φυγή για να γλιτώσουν από τους στρατιώτες που προελαύνουν.
Στην εγκαταλειμμένη πόλη παραμένουν μόνο δύο οικογένειες…
Ένα νησί στις φλόγες, μια πόλη-φάντασμα,
δύο οικογένειες ανταμώνουν στις σκιές.
Οταν είχα μιλήσει για πρώτη φορά με τη Βικτόρια Χίσλοπ, τη Βρετανίδα συγγραφέα που έγινε διάσημη σε όλο τον κόσμο μέσα από το μπεστ σέλερ «Το Νησί», μου είχε κάνει εντύπωση ο τρόπος που έβλεπε την Ελλάδα, τους Ελληνες και την Αθήνα. Η φρέσκια ματιά της, μια φυσική περιέργεια και κυρίως η δίψα της να ανοιχθεί χωρίς προκαταλήψεις σε μια κουλτούρα που μόλις είχε αρχίσει να γνωρίζει την τροφοδοτούσαν με καταπληκτική ενέργεια και την έφερναν όλο και πιο κοντά μας.
Η Ελλάδα συνέχιζε να απασχολεί τα βιβλία της, οι επισκέψεις στην Κρήτη αλλά και στην Αθήνα πύκνωναν, ο κύκλος των φίλων μεγάλωνε, τα ελληνικά (της) βελτιώνονταν. Και όπως αποκάλυψε στην τελευταία της συνέντευξη στην «Κ» και στη Μαριαλένα Σπυροπούλου, νοίκιασε πρόσφατα διαμέρισμα στην πλατεία Αμερικής: «Ερχομαι στην Αθήνα σχεδόν κάθε μήνα, για επαγγελματικές υποχρεώσεις, αλλά και για να συναντήσω φίλους. Αισθάνθηκα την ανάγκη, λοιπόν, να φύγω από τα ξενοδοχεία όπου διέμενα. Γιατί μένοντας σε ξενοδοχείο, δεν γίνεσαι ποτέ μέρος της πόλης. Το διαμέρισμα βρίσκεται πολύ κοντά στη Βάσω (σ.σ.: η Βάσω Σωτηρίου είναι η μάνατζέρ της), εκεί κοντά στην πλατεία Αμερικής. Είναι πολύ ζωντανό και μου αρέσει αυτό το κομμάτι της Αθήνας. Αναζητώ, άλλωστε, να γράψω για την Αθήνα, γιατί είναι πηγή έμπνευσης αυτή η πόλη. Μένοντας, λοιπόν, σε διαμέρισμα, σκέφτηκα ότι θα ζήσω την πόλη από μέσα. Ηδη ήρθα σε επαφή με την ελληνική γραφειοκρατία, βάζοντας ρεύμα στο σπίτι…».
Κάπως έτσι η Βικτόρια Χίσλοπ έγινε μισή… Ελληνίδα και μισή «Αθηναία». Και κάπως έτσι θα βρεθεί απόψε στις 9 στον ωραίο κήπο και στο ωραίο καφέ του Νομισματικού Κήπου για να μιλήσει με τον δημοσιογράφο της «Κ» Νίκο Βατόπουλο για τη νέα της πόλη, την Αθήνα. Πρόκειται για μια εκδήλωση της διαδικτυακής ομάδας «Κάθε Σάββατο στην Αθήνα», που ίδρυσε πριν από δυόμισι χρόνια ο Νίκος Βατόπουλος, και της Βάσως Σωτηρίου.
Μέσα από τη χαλαρή συζήτηση σε ένα ιδανικά αθηναϊκό περιβάλλον, η Βικτόρια Χίσλοπ θα ξετυλίξει το νήμα της σχέσης της με την Αθήνα, θα θυμηθεί τις πρώτες εικόνες, θα μιλήσει για τα πολλά πρόσωπα μιας πόλης που την τράβηξε με πολλούς, διαφορετικούς και αντιφατικούς, συχνά, τρόπους.
Η κουβέντα θα γίνει, κυρίως, στα αγγλικά, χωρίς να λείπουν πάντως και τα ελληνικά, η καινούργια γλώσσα στη ζωή της Βικτόρια Χίσλοπ.
Η Βρετανίδα συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ είναι πλέον κάτοικος Αθήνας. Από τότε που τη γνώρισα –μόλις είχε κυκλοφορήσει το πρώτο της βιβλίο «Το Νησί», από τις εκδόσεις Διόπτρα– αναζητούσε με πάθος τη σχέση της με την Ελλάδα. Θυμάμαι και τότε, που μου εκμυστηρευόταν ότι ευχόταν να έχει ελληνική ρίζα. Σήμερα, έχει κατορθώσει όχι μόνο να αγαπηθεί για το συγγραφικό της έργο, αλλά και να μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα στο Kent όπου ζει με την οικογένειά της, την Κρήτη όπου περνάει τις διακοπές της και πλέον τα Πατήσια, όπου νοικιάζει το νέο διαμέρισμά της.
Αθήνα – Λονδίνο κάτι σαν Πατήσια – Παγκράτι, σκέφτομαι ότι είναι πλέον γι’ αυτήν η απόσταση, προσπαθώντας να τη συναντήσω για να μιλήσουμε για τη δική της Αθήνα. Η αφορμή μας δόθηκε από την πρόσκληση που της έγινε από τον Νίκο Βατόπουλο και τη Βάσω Σωτηρίου, για να μιλήσει στο Νομισματικό Μουσείο στις 13 Ιουνίου με θέμα «Η ομορφιά της Αθήνας».
Νέο βιβλίο, νέα μετακόμιση
Σε τι φάση βρίσκεται η συγγραφέας, αναρωτιέμαι. «Τελειώνω το νέο μου βιβλίο αυτόν τον καιρό. Πρέπει να το παραδώσω στον εκδότη μου μέχρι τον Σεπτέμβριο. Το θέμα είναι η εισβολή στην Κύπρο το 1974. Παράλληλα, μόλις νοίκιασα ένα διαμέρισμα στην Αθήνα».
Στην ερώτησή μου γιατί επέλεξε να φτιάξει νέα στέγη στην Αθήνα, εκείνη είναι ξεκάθαρη: «Ερχομαι στην Αθήνα σχεδόν κάθε μήνα, για επαγγελματικές υποχρεώσεις αλλά και για να συναντήσω φίλους. Αισθάνθηκα την ανάγκη, λοιπόν, να φύγω από τα ξενοδοχεία όπου διέμενα. Γιατί μένοντας σε ξενοδοχείο δεν γίνεσαι ποτέ μέρος της πόλης. Το διαμέρισμα βρίσκεται πολύ κοντά στη Βάσω (σ.σ.: η Βάσω Σωτηρίου είναι η μάνατζέρ της), εκεί κοντά στην πλατεία Αμερικής. Είναι πολύ ζωντανό και μου αρέσει αυτό το κομμάτι της Αθήνας. Αναζητώ, άλλωστε, να γράψω για την Αθήνα, γιατί είναι πηγή έμπνευσης αυτή η πόλη. Μένοντας, λοιπόν, σε διαμέρισμα σκέφτηκα ότι θα ζήσω την πόλη από μέσα. Ηδη ήρθα σε επαφή με την ελληνική γραφειοκρατία, βάζοντας ρεύμα στο σπίτι…».
Της ζήτησα να μου περιγράψει τις συνήθειές της στην Αθήνα: «Η δική μου Αθήνα είναι οι άνθρωποι. Οταν είχαμε τα γυρίσματα του “Νησιού”, έκανα αρκετούς ξεχωριστούς φίλους και όλοι μένουν στην Αθήνα. Ερχομαι, λοιπόν, για να τους συναντήσω. Κι επειδή σχεδόν όλοι έχουν σχέση με το θέατρο, μαθαίνω μέσα από αυτούς τις θεατρικές σκηνές της πόλης. Αναζητώ πάντα να δω ένα έργο. Με το θέατρο εξασκώ και τα ελληνικά μου. Επίσης, λατρεύω την ελληνική μουσική. Εκεί έχουμε μερικά προβλήματα με τους Αθηναίους φίλους μου, γιατί δεν συμφωνούμε στα γούστα. Εγώ τους τραβάω σε όλες τις συναυλίες του Ρέμου. Τώρα που το σκέφτομαι, δεν έχω δει την Αννα Βίσση και αυτό θα είναι πολύ σπουδαία εμπειρία. Οι φίλοι μου λένε ότι είμαι πολύ ποπ, αλλά αυτό μου συμβαίνει όταν είμαι στην Αθήνα. Βέβαια, κάθε φορά που τους πάω, περνάνε υπέροχα».
Η ελληνική κουζίνα
Και η σχέση της με το φαγητό; Μου λέει στα ελληνικά για το πόσο της αρέσουν τα φασολάκια και τα διάφορα τυριά. «Παχαίνω στην Ελλάδα. Λατρεύω το λάδι σας. Ευτυχώς, ξαναγυρίζω στην Αγγλία και αδυνατίζω. Για να γνωρίσεις την Ελλάδα, πρέπει έτσι και αλλιώς σαν χαρακτήρας να είσαι ανοικτός. Δεν είναι εύκολη χώρα για έναν ξένο. Για παράδειγμα, αυτή η χώρα σε μαθαίνει να είσαι υπομονετικός. Δεν έρχονται τα πράγματα όπως τα προγραμματίζεις, έχουν άλλους ρυθμούς. Οι φίλοι που έχω στην Αγγλία δεν έχουν την ίδια άποψη. Αλλοι χάθηκαν, άλλους τους κορόιδεψαν, είναι εύκολο να την παρεξηγήσεις και να της γυρίσεις την πλάτη. Εγώ ανακάλυψα εδώ το περπάτημα. Ετσι βρίσκεις και τις γειτονιές. Βλέπεις πράγματα που δεν θα μπορούσες να ανακαλύψεις. Αυτό είναι το μυστικό στην Αθήνα. Να μην παίρνεις ταξί». Εκφράζει τη δυσαρέσκειά της για τους ταξιτζήδες. «Είναι οι Ελληνες που συμπαθώ λιγότερο».
Είναι εύλογο να ρωτήσει κανείς πώς τα καταφέρνει: «Εχω πολλή ενέργεια. Ξυπνάω στις 7 το πρωί κάθε μέρα. Αξιοποιώ κάθε ώρα της ημέρας. Πρέπει μέσα σου να λες τι θέλεις να κάνεις, να μη βάζεις τον εαυτό σου σε δεύτερη μοίρα. Ξέρω πολλές γυναίκες που νομίζουν ότι η δουλειά του άνδρα τους είναι πιο σημαντική. Δεν βλέπω κανένα λόγο να το κάνω αυτό. Οταν μεγάλωσαν τα παιδιά, τα πράγματα έγιναν ακόμη πιο εύκολα για μένα».
Ναι στη θάλασσα, όχι στο κάπνισμα
Ζητάμε από τη συγγραφέα να μας ονομάσει ένα ελληνικό στοιχείο που αγαπάει και άλλο ένα που την ενοχλεί. Ιδού η απάντησή της:
«Η ελληνική θάλασσα δεν υπάρχει πουθενά στον κόσμο. Εχω μια φωτογραφία στον υπολογιστή μου και κάθε πρωί με αυτή τη φωτογραφία αρχίζω την ημέρα μου. Αυτό που με ενοχλεί, εκτός από τους ταξιτζήδες που χαλάνε την εικόνα σας, είναι το κάπνισμα. Μόλις έρχομαι στην Ελλάδα, βήχω αντανακλαστικά. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί μολύνετε τους πνεύμονές σας με κάτι τόσο δηλητηριώδες».
H Victoria Hislop, καλεσμένη του Νίκου Βατόπουλου και της Ομάδας του «Κάθε Σάββατο στην Αθήνα» και της Βάσως Σωτηρίου, θα μιλήσει στο Καφέ του Νομισματικού Μουσείου, την Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014, και ώρα 21.00, με θέμα «Η ομορφιά της Αθήνας».
Η συγγραφέας του «Νησιού» Βικτόρια Χίσλοπ άφησε λίγο την Αγγλία, με αφορμή την πρεμιέρα της Αλκηστης Πρωτοψάλτη και της Ελευθερίας Αρβανιτάκη στο Diogenis Studio το βράδυ της Παρασκευής. Εχοντας συνδεθεί άρρηκτα με τους συμπατριώτες μας λόγω της μεταφοράς του best seller βιβλίου της στην ελληνική τηλεόραση, η Χίσλοπ ήρθε σε επαφή με τη μουσική της πατρίδας μας κι έγινε φανατική ακροάτρια των δύο συγκεκριμένων τραγουδιστριών, αλλά και πολλών ακόμη.
Μάλιστα τον πρώτο καιρό που τύχαινε να βρεθεί σε συναυλίες τους, η δημοφιλής συγγραφέας ζητούσε από τους Ελληνες φίλους της να της μεταφράζουν τα λόγια των τραγουδιών. Στην πορεία βέβαια άρχισε να τα καταλαβαίνει, αφού τα ελληνικά της βελτιώθηκαν αισθητά λόγω της πολύμηνης παραμονής της στη χώρα μας για τα γυρίσματα του «Νησιού».
Και μετά το δημοφιλές σίριαλ όμως η Βικτόρια συνέχισε τα ταξίδια της στην Ελλάδα, μαθαίνοντας συνεχώς όλο και περισσότερα τραγούδια της Ελευθερίας και της Αλκηστης, τα οποία είχε την ευκαιρία να ακούσει ζωντανά στην πρεμιέρα τους, όπου βρέθηκε με φιλική της παρέα. Να σημειωθεί πως η Πρωταψάλτη και η Αρβανιτάκη συναντήθηκαν και πάλι καλλιτεχνικά έπειτα από 25 χρόνια, δηλώνοντας αμφότερες πολύ ευτυχισμένες γι’ αυτό. Οι δύο τραγουδίστριες βρίσκονται μαζί επί σκηνής επί τρεισήμισι ώρες ερμηνεύοντας κομμάτια από το ρεπερτόριό τους και όμορφα ντουέτα που επιμελήθηκε ο Σταμάτης Κραουνάκης.
Μια ημέρα «γεμάτη» Ελλάδα έζησαν όλοι όσοι βρέθηκαν στο πολιτιστικό κέντρο Southbank στην καρδιά του Λονδίνου. Μέσα από την ποίηση, τη λογοτεχνία, τη μουσική, το θέατρο, αλλά και το χιούμορ, το βρετανικό κοινό είχε τη δυνατότητα να δει μια άλλη προσέγγιση της σύγχρονης Ελλάδας. Αυτής του πολιτισμού. Της δημιουργίας. Της ελπίδας ότι οι άνθρωποί της έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν τα κακώς κείμενα. Φυσικά, από μια τέτοια μέρα, γεμάτη ερεθίσματα, δεν θα μπορούσε να λείπει και μια σε βάθος συζήτηση για την οικονομική κρίση που πλήττει τη χώρα.
«Greece is the Word», «Ελλάδα είναι η Λέξη», ο τίτλος της εκδήλωσης ή μάλλον των εκδηλώσεων, καθώς το πρόγραμμα ήταν χωρισμένο σε τρεις ενότητες.
Η ιστορικός Μπέθανι Χιουζ, που εδώ και πολλά χρόνια με τα ντοκιμαντέρ της μέσω του BBC, του History Channel και του Channel 4 έχει γοητεύσει του Βρετανούς με τις ιστορίες από την Αρχαία Ελλάδα, άνοιξε τις εκδηλώσεις μιλώντας για την Ελένη της Τροίας και τη συγγένεια των αρχαίων Ελλήνων με το σήμερα.
Τη σκυτάλη πήρε η πασίγνωστη συγγραφέας Βικτόρια Χίσλοπ, που έχει γίνει γνωστή στην Ελλάδα από την τηλεοπτική μεταφορά του βιβλίου της «Το Νησί». Η κ. Χίσλοπ παρουσίασε τρεις διακεκριμένους σύγχρονους Έλληνες ποιητές. Την Κατερίνα Ηλιοπούλου, τον Διονύση Καψάλη και τον Βασίλη Αμανατίδη. Και οι τρεις τους απήγγειλαν έργα τους στα ελληνικά και τα αγγλικά.
Στη συνέχεια οι λογοτέχνες Ιωάννα Καρυστιάνη και Αλέξης Σταμάτης μαζί με τον μεταφραστή και καθηγητή λογοτεχνίας Ντέιβιντ Κόνολι, ο οποίος έχει μεταφράσει βιβλία Ελλήνων συγγραφέων στα αγγλικά, συζήτησαν για την ελληνική λογοτεχνία. Για τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες συγγραφείς. Για το πλήγμα που έχουν δεχθεί από την απόφαση για κατάργηση του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου. Παράλληλα, έγινε μια σύντομη σύγκριση με τους Βρετανούς συναδέλφους τους, οι οποίοι εκτός των άλλων εκπροσωπούνται από λογοτεχνικούς πράκτορες που προωθούν τα βιβλία τους σε όλο τον κόσμο. Έτσι, διαπιστώθηκε η ανάγκη να γίνονται περισσότερες μεταφράσεις Ελλήνων συγγραφέων σε άλλες γλώσσες. Επιπλέον, όλοι όσοι συμμετείχαν στη συζήτηση συμφώνησαν ότι, παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σύγχρονοι Έλληνες συγγραφείς, η νέα γενιά λογοτεχνών έχει αξιόλογους καλλιτέχνες που πρέπει να στηριχθούν περισσότερο από το κράτος. Τη συζήτηση διεύθυνε η Βικτόρια Χίσλοπ.
Η δεύτερη εκδήλωση ήταν μια συζήτηση στην οποία συμμετείχαν η Ελληνοβρετανίδα δημοσιογράφος, συνεργάτης της εφημερίδας Guardian και ανταποκρίτρια του αμερικανικού περιοδικού «The Nation», Μαρία Μαργαρώνη, η δημοσιογράφος και μπλόγκερ Θεοδώρα Οικονομίδη και ο καθηγητής στρατηγικής και επιχειρηματικότητας στο London Business School, Μιχάλης Ιακωβίδης. Τη συζήτηση, με θέμα την κρίση και τον ρόλο των ΜΜΕ, συντόνιζε ο ανταποκριτής του BBC στην Ελλάδα, Πολ Μέισον. Οι συμμετέχοντες στο πάνελ συμφώνησαν ότι η εικόνα που έχει παρουσιαστεί για την Ελλάδα και τους Έλληνες στο εξωτερικό, εξαιτίας της κρίσης, δεν είναι η πραγματική. «Κατέστησαν την Ελλάδα τον αποδιοπομπαίο τράγο της Ευρώπης. Πράγμα που είναι εξαιρετικά υποτιμητικό για τους ‘Έλληνες» είπε, χαρακτηριστικά, η κ. Μαργαρώνη. Και όπως υπογράμμισε η κ. Οικονομίδη, σε αυτά τα στερεότυπα στηρίχθηκαν όχι μόνο τα μέσα ενημέρωσης αλλά και οι Ευρωπαίοι πολιτικοί για να εφαρμόσουν τα σκληρά μέτρα λιτότητας στη χώρα.
Η κ. Μαργαρώνη επισήμανε επίσης, ότι καλλιεργήθηκε ένας μύθος πως «αν καταρρεύσει η Ελλάδα, θα παρασύρει όλη την ευρωζώνη». Με τη σειρά του, ο κ. Ιακωβίδης τόνισε πως στη χώρα δημιουργήθηκε ένα οικονομικό σύστημα που δεν ήταν βιώσιμο. Επιπλέον, όπως τόνισε, η διεθνής κοινότητα δεν ήταν έτοιμη να λύσει τέτοια φύσης προβλήματα. Γι’ αυτό, «οι ηγέτες της δεν ήξεραν πώς να τα αντιμετωπίσουν» επισήμανε ο κ. Ιακωβίδης. Δεν παρέλειψε, παρόλα αυτά, να τονίσει ότι «η λύση που δόθηκε ήταν εξαιρετικά επώδυνη για την Ελλάδα».
Τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν καλύτερα για την χώρα, αν οι Έλληνες πολιτικοί από την αρχή έπαιρναν δραστικά μέτρα για μεταρρυθμίσεις και το πρόβλημα θα έπρεπε να αντιμετωπιστεί ως ευρωπαϊκό και όχι ως ελληνικό, είπαν οι συνομιλητές, ενώ παραδέχθηκαν ότι «δεν υπήρχε η απαραίτητη αλληλεγγύη από την Ευρώπη για τη χώρα». «Ο φασισμός βρίσκεται στην πρώτη γραμμή και αυτό είναι ένα από τα μεγάλα προβλήματα» είπε η κ. Οικονομίδη, τονίζοντας πως πάνω από όλα η κρίση είναι πολιτική.
Σύμφωνα με την κ. Μαργαρώνη, καταλυτική ημερομηνία για την αρχή της κρίσης ήταν η δολοφονία του Αλέξη Γρηγορόπουλου. «Μετά, ο έξω κόσμος άρχισε να βλέπει ότι κάτι πηγαίνει στραβά στην Ελλάδα, ακολούθησαν οι υποβαθμίσεις της ελληνικής οικονομίας από τους οίκους αξιολόγησης και τα υπόλοιπα είναι γνωστά» είπε η Ελληνοβρετανίδα δημοσιογράφος.
Από τις εκδηλώσεις δεν θα μπορούσε να λείπει η ηθοποιός Κατερινά Βρανά, που τα τελευταία χρόνια διαπρέπει με τις παραστάσεις της όχι μόνο στη Βρετανία αλλά και τον υπόλοιπο κόσμο. Η κ. Βρανά άνοιξε την ενότητα της τρίτης εκδήλωσης. Η αστείρευτη stand up κωμικός παρουσίασε «το Καμπαρέ της κρίσης της Κατερίνας» κάνοντας όλους να κλάψουν από τα γέλια, ακόμη και το δύσκολο βρετανικό κοινό.
Ακολούθησε ελληνική παραδοσιακή μουσική από το συγκρότημα «Μου Σου Του» και τον Παύλο Μελλά, ανάγνωση ποιημάτων των Σεφέρη, Καβάφη, Ελύτη, ένα μονόπρακτο του Αλέξη Σταμάτη με τίτλο «Interview», στο οποίο έπαιζαν ο Νίκος Πουρσανίδης και η Εύα Σιμάτου. Καθώς επίσης και η σχεδίαση φιγούρων με ελληνικά θέματα από τον Γάλλο Νταβίντ Προυντόμ, υπό τους ήχους του ρεμπέτικου. Επίσης, προβλήθηκαν αποσπάσματα από τέσσερα ντοκιμαντέρ με θέμα τα προβλήματα της σύγχρονης Ελλάδας.
Η εκδήλωση τελείωσε με ελληνική μουσική και χορό που έσερναν ο Πολ Μέισον, η Βικτόρια Χίσλοπ, η Μαρία Μαργαρώνη, η Κατερίνα Βρανά, ο Νίκος Πουρσανίδης και άλλοι. Και όπως μας θύμισε ο Ντέιβιντ Κόνολι, ο πολυβραβευμένος μεταφραστής ελληνικών βιβλίων στα αγγλικά, όταν πήρε τον λόγο, «η Ελλάδα έχει δώσει δύο φορές τα φώτα της στην ανθρωπότητα. Μία στην αρχαιότητα και μία στην αναγέννηση. Εύχομαι τώρα να τριτώσει το καλό» ευχήθηκε με τον δικό του, μοναδικό τρόπο.
We use cookies on our website to give you the most relevant experience by remembering your preferences and repeat visits. By clicking “Accept All”, you consent to the use of ALL the cookies. However, you may visit "Cookie Settings" to provide a controlled consent.
This website uses cookies to improve your experience while you navigate through the website. Out of these, the cookies that are categorized as necessary are stored on your browser as they are essential for the working of basic functionalities of the website. We also use third-party cookies that help us analyze and understand how you use this website. These cookies will be stored in your browser only with your consent. You also have the option to opt-out of these cookies. But opting out of some of these cookies may affect your browsing experience.